ψευδολευχαιμία

ψευδολευχαιμία
η, Ν
ιατρ. παλαιά, μη εν χρήσει, ονομασία μορφής παιδικής λεμφαδενίτιδας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)-* + λευχαιμία. Η λ. μαρτυρείται από το 1879 στον Γ. Καραμήτσα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”